Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Πάουλ Τσέλαν: «Φωνές»

Πρωτότυπο ποίημα:
"Stimmen"
από τη συλλογή του Paul Celan
"Sprachgitter"
(Γλωσσικό πλέγμα)
1959


ΦΩΝΕΣ

Φωνές σκαλισμένες στο πράσινο
της υδάτινης επιφάνειας.
Καθώς το ψαροπούλι καταδύεται
συρίζει στη βουτιά το δευτερόλεπτο
κ' ό,τι στεκόταν στο πλευρό σου άλλοτε
σε καθεμιά απ' τις όχθες, θερισμένο
μπαίνει πια σε μία εικόνα ά λ λ η.

Φωνές από τον δρόμο με τις κνίδες:
περπάτα με τα χέρια προς εμάς.
Εκείνος που είναι μόνος με τη λάμπα,
μέσα απ' το χέρι του έχει μόνο να διαβάσει.

Φωνές σπαρμένες από νύχτα, σχοινιά έτοιμα
να κρεμαστεί η καμπάνα.
Καμπυλώσου κόσμε: κ' όταν πλέον,
κολυμπώντας, το κοχύλι του θανάτου
μας ζυγώσει, θα σημάνει εκείνη εδώ.

Φωνές που εμπρός τους η καρδιά σου υποχωρεί
πίσω στης μάνας την καρδιά και καταφεύγει.
Φωνές από το δέντρο της κρεμάλας
που πρώιμο ξύλο κ' όψιμο ανταλλάσσουν
δακτύλιους στο διηνεκές του χρόνου.

Φωνές λαρυγγικές μες στα χαλίκια
όπου και τ' άπειρο ακόμη
(καρδια-) πυκνόρρευστο ρυάκι φτυαρίζει.
Εδώ τις βάρκες τράβηξε, παιδί,
που εγώ ο ίδιος έχω επανδρώσει:
Όταν στη μέση του καραβιού η τρικυμία
αναλαμβάνει, αγγίζονται οι σκαρμοί και γίνονται ένα.

Φωνή του Ιακώβ:
Τα δάκρυα.
Τα δάκρυα στο μάτι του αδελφού.
Το ένα έμεινε κρεμάμενο, μεγάλωσε.
Εντός του κατοικούμε.
Ανάσανε μεμιάς
ώστε να πέσει.

Φωνές από την κιβωτό:
Έχουν
μόνο τα στόματα
σωθεί. Εσείς
που βυθίζεστε, ακούστε
κ' εμάς.

Καμία
Φωνή - ένας
α π ό η χ ο ς, στις ώρες ξένος, κ' εδώ
ως δώρο στις σκέψεις σου,
ξαγρυπνισμένο: ένα καρπόφυλλο
στο μέγεθος ενός ματιού, βαθιά
χαραγμένο. Δακρυλογεί
ρετσίνι· δεν λέει
να γιατρευτεί.

________________________________________________

Μετάφραση στα ελληνικά:
άρης φίλιππας
~

Tags: Paul Celan Πάουλ Τσέλαν Φωνές Stimmen Sprachgitter Γλωσσικό Πλέγμα Γερμανική Ποίηση Ποιήματα Μετάφραση Ελληνικά Μεταγλώσσα Αντόρνο Άουσβιτς Ντεριντά Αισθητική Aesthetics

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Χόρχε Λουίς Μπόρχες: «Ισλανδία»

Πρωτότυπο ποίημα:
"Islandia"
από τη συλλογή του Jorge Luis Borges
"Historia de la noche"
(Η Ιστορία της Νύχτας)
1977


ΙΣΛΑΝΔΙΑ

Τι ευτυχία για τους ανθρώπους όλους είναι
που υπάρχεις, Ισλανδία των θαλασσών!
Ισλανδία του αθόρυβου χιονιού και των νερών που βράζουν
Ισλανδία της νύχτας που σκεπάζει
τους ύπνους των ονείρων, τις αγρύπνιες.
Νησί της μέρας που επιστρέφει: ολόλευκη,
νεαρή, καθώς ο Μπαλντρ, και βροτή.
Ρόδο της παγωνιάς κ' απόκρυφο νησί,
ήσουνα, βέβαια, η μνήμη της Αλεμαννίας
διασώζοντας για εμάς την πλούσιά της,
που είχε σβήσει και θαφτεί, μυθολογία:
το δαχτυλίδι, εννέα που σπέρνει δαχτυλίδια,
τους λύκους θεόρατους του σιδερένιου δάσους
που λαίμαργα ορέγονται τον ήλιο, το φεγγάρι,
και το καράβι αυτό που Κάτι ή Κάποιος φτιάχνει
με τα νύχια, ευλαβικά, των πεθαμένων.
Ισλανδία των κρατήρων που προσμένουν
και των γαλήνιων στάβλων· Ισλανδία
του ασάλευτου απογεύματος, των άλκιμων
σωμάτων και ψυχών που, ως ναύτες τώρα,
βαρκάρηδες κ' ιερείς, ευδοκιμώντας,
μιαν ήπειρο χτες ήδη ανακαλύψαν. 
Νησί των μακρυμάλλικων αλόγων
στη λάβα που γεννούν και στο γρασίδι,
νησί του ύδατος γεμάτου από νομίσματα,
και μιας ακόρεστης ελπίδας· Ισλανδία
εσύ του ξίφους τόπος και των ρούνων,
Ισλανδία της κοίλης μνήμης, της μεγάλης,
που δεν είναι μια, ακόμη, νοσταλγία.
________________________________________________

Μετάφραση στα ελληνικά:
άρης φίλιππας

~

Tags: Χόρχε Λούις Λούι Μπόρχες Μπόργκες Jorge Luis Borges Historia De La Noche 1977 Ιστορία της Νύχτας Μετάφραση Μεταγραφή Άρης Φίλιππας Ελληνικά Ποίημα Ποίηση Αργεντινή Argentine Poetry Ισλανδία Iceland Μυθολογία Nordic Mythology Baldr Baldur

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Για τον σπουδαιότερο Έλληνα ποιητή

Συζητοῦσα μέ μιά φίλη καί μέ ρώτησε ποιόν θεωρῶ τόν «πιό σπουδαῖο» ποιητή τῆς ἐλληνικῆς γραμματείας. Πρίν ὁλοκληρώσει τήν ἐρώτηση, ἀνέκραξα διακόπτοντάς τήν ἀγενῶς: ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ! Κι ἐξηγοῦμαι:

Ὁ Νίκος Καροῦζος εἶναι ὁ πιό παραμελημένος ποιητής τῆς ἐλληνικῆς γραμματείας, λαμβάνοντας ὑπόψη τό μέγεθός του σέ σχέση μέ τήν προσοχή πού (δέν) ἔχει λάβει.

Καί εἶναι πράγματι Μέγεθος μ ο ν α δ ι κ ό μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξης, σπουδαιότερος σχεδόν ὁλόκληρου τοῦ φιλολογικοῦ Κανόνα, συμπαγέστερος καί στιβαρότερος τῶν νομπελιστῶν, ὁριακή καλλιτεχνική προσωπικότητα.

Στήν ἀναγνώρισή του ὡς Τιτάνα ποιητικό, πέραν τῆς ὑπερδιαστατικῆς του γραφῆς, συντελεῖ κι ἕνα ἀξιοζήλευτο Ἧθος: ἕνα ἐντός κι ἐκτός τοῦ χώρου ἀντιλάλημα τῆς Ἱστορίας, ὁ Ποιητής πραγματώνει τό (ὑπερρεαλιστικῆς προέλευσης) ποιητικῶς ζῆν σέ ὅλη του τήν ἔκταση καί τήν ταπεινή ἀλήθεια.


Στήν ὕλη εἰσχωρεῖ οὐρλιάζοντας / Ὁ Καροῦζος κατακερματίζει κι ἀνασυνθέτει τούς λόγους, κοιτάει μυστικά χωρίς νά κοιτά, αὐτοϋπονομεύεται οὑσιωδῶς, ὑπάρχει π α ρ ά λ λ η λ α μέ τή μνήμη. 

Θρησκεύεται μέ ναρκωτική ἀναρχία καί ξεψυχεῖ στό τέλος καταφάσκοντας τίς ὑποψίες ἑαυτοῦ στό ποιητικό του πριονιστήριο.

Ἡ λέξη του ἔρχεται ἀπ' τό Τίποτε, ὀργιάζει καί κατρακυλά, βγάζοντας σά μικρό παιδί τή γλῶσσα της ἀπέναντι στήν ἀλαζονική σιγουριά τοῦ θανάτου.


Στό αἷμα του ρέει τό ποτάμι τοῦ Ἡράκλειτου καί η ὑπαρξιακή πλησμονή τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Καροῦζος εἶναι στό σκονισμένο κατσάρι τοῦ Διογένη, στόν φανό, στο ὑπερβατικό φῶς πού ἀντικαθρεφτίζει ἡ κοσμική μεταβλητότητα· εἶναι στόν ἐρωτευμένο ναύτη τῆς Κροστάνδης, στίς εἴκοσι τέσσερις μεταμορφώσεις τοῦ Dattatreya, στό ἱερό τραγούδι τῆς ἀστρικῆς ξενιτιᾶς, αὐτός, ὁ ἁγνός περπατητής τοῦ ὀνείρου.

Σκέφτομαι:

Ἴσως, σέ μερικές χιλιάδες χρόνια, κάποιες ἄφυλες κυκλικές φυλές τοῦ σύμπαντος, τόν καταλάβουν καί μᾶς τόν τραγουδήσουν· νά φτάσει στ' αὐτιά μας σάν διαστρική ψαλμωδία -ὁλόγυμνος, ταπεινός καί πάντοτε ἄ λ λ ο ς- καί ν' ἁπαλύνει τόν αἰώνιο ὕπνο μας.


Χειρόγραφο

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Κατερίνα Ζησάκη· της Σκληριάς και του Ψιθύρου, στιγμών οκτώ και κάτι ψιλά-

Γράφει ο Άρης Φ.

Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια.

Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος με τις συλλαβές της.
Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος με τις συλλαβές της όπου συλλαβή βλέπε οντότητα νεκροζώντανη μαυρορούσα αποπνικτική άφυλη από τρύπιο μετάξι και πέτρα.
Αφού λοιπόν η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος τις συλλαβές της όπου συλλαβή βλέπε οντότητα νεκροζώντανη μαυρορούσα αποπνικτική άφυλη από τρύπιο μετάξι και πέτρα, καταλαβαίνετε ότι δεν μπορώ να παραστήσω ότι θα κάνω μια αντικειμενική παρουσίαση της γραφής της.

Θ' αποπειραθώ, όμως, χάριν μιας όσο το δυνατό σωστότερης παρουσίασης, να μην καταγράψω εδώ όσα «λέει» σε μένα καθένα από τα ποιήματά της, και να τ' αφήσω να πουν όσα έχουν να πουν από μοναχά τους.


Η Κατερίνα έχει βγάλει μέχρι στιγμής μία συλλογή από τις εκδόσεις Μανδραγόρα, με τ' όνομα «Ιστορίες απ' το Ονειροσφαγείο», αλλά έχει μπαμπάτσικη ιντερνετική παρουσία, απ' την οποία κι εβοηθήθηκα για να διαλέξω μερικά από τα διαμαντάκια της. Δεν είναι, λοιπόν, όλα τα παρακάτω μέσα στη συλλογή της.


Θα σας μηνύσω την Κατερίνα μέσα από πέντε σπαράγματα.



«Ο Χάρων μεταφέρει ψυχές από την Στύγα»
Λάδι σε καμβά του Αλεξάντερ Λυτοφτσένκο (1861)

Ανεβείτε προσεκτικά στην ψαρόβαρκα του Χάρωνα, και χαλαρώστε τα άκρα σας.
Οι φωτογραφίες εντός του υγροσπηλαίου απαγορεύονται. 
Αλλά πάλι, απαγορεύονται οι απαγορεύσεις.

~~~~~


i. «ήσυχες μέρες»


άκου πώς ουρλιάζουν τα σκυλιά

κάτω στο βάλτο ένας τρελλός
μην τον φοβάσαι άγγιξέ τον
πρώτος εκείνος είπε για το πράσινο νερό
για τους χτίστες
για την οργονική μελωδία που ενώνει τον κόσμο

άκου πώς ψιθυρίζουν οι αφέντες

άκου
σχεδόν μες στο κεφάλι μας
φωνές σχεδόν σαν δικές μας
άκου

η ζωή στους εδώ τόπους κυλάει ομαλά

μια μάνα προχωράει αμέριμνη
σέρνοντας ένα παιδικό καρότσι
με την άκρη του λαιμού της
οι αρχές το εξέτασαν το βρήκαν άδειο
γύρω πέφτουν σαν χιόνι νεκρά πουλιά
νεκρά από μια ασθένεια του καιρού μας
λέγεται εκούσια θλίψη
εμφανίζεται πρώτα με ανεξήγητη σιωπή
με ανηδονία
σιγά σιγά τρώει τα πρόσωπα
παραλύει το μυϊκό σύστημα
και καταλήγει στις καρδιές μας
παγώνουν
το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το κρύο
στο καλοκαίρι
και στις πορείες
και σε αγκαλιές μέσα κρύο

όμως η ζωή στους εδώ τόπους κυλάει ομαλά

κάθε πρωί τα μεγάφωνα
ανακοινώνουν την έναρξη εργασίας
όταν γεράσει κι ο τελευταίος ανακοινώνουν λήξη
ύστερα πλύσιμο δέκα λεπτά
κρύο φαΐ άλλα δέκα
τα Σάββατα –καμιά φορά και Κυριακές
επιτάσσουν έρωτα
εκεί να δεις ανθρωπομεθύσι
οι αρχές εποπτεύουν τις συνευρέσεις μας
μην ενωθούν οι ανάσες
μη γείρει ο ένας το κεφάλι του στον ώμο του άλλου
εκεί δεν έχει δεν ήξερα
τιμωρείσαι
έτσι κυλάει 

σήμερα εκτέλεσαν τη μικρή μου κόρη

την έπιασαν να γράφει ποιήματα
για τον τρελλό κάτω στο βάλτο
για τα σκυλιά που ουρλιάζουν
γι’ αυτά τα αναθεματισμένα μεγάφωνα τις φωνές και τα ρέστα

κατά τα άλλα η ζωή κυλά ομαλά

σε κάθε λήξη βάρδιας
μαζεύουμε τα νεκρά πουλιά απ’ τους δρόμους
τα ρίχνουμε στους ειδικούς κάδους έξω από κάθε σπίτι
και φεύγουν ξημερώματα
για το Ονειροσφαγείο

ii.


τι όμορφα πεθαίνει η αγαπούλα μου

κάτω από ένα σωρό σκουπίδια
ντουπ και ντουπ την καρδιά της ακούω
πώς σβήνει νωχελικά ντουπ και ντουπ
αγάπη μου πώς φτάσαμε
στον έναν χτύπο το λεπτό
πώς φτάσαμε στο
"μια φορά στα χίλια χρόνια"
τι όμορφα πεθαίνει η αγαπούλα μου
κάτω από ένα σωρό σκουπίδια
(ψόφιες μύγες σελίδες παλιές αποτσίγαρα
νύχια κομμένα και χαρτομάντηλα με
πρωινά φλέματα τρίχες γάτας και
στάχτες και μπύρας κουτιά)
τι όμορφα. 
αντίο. ντουπ. σβήσε επιτέλους.
ντουπ. ντουπ. ακόμα;

iii.


αν ήξερε η άνοιξη τι θα συνέβαινε

ποτέ της δεν θα ξεκινούσε
ξέρω σήμερα
πως οι άνθρωποι
αγαπούν την αγάπη
κι αγαπούν 
να την αγαπούν
μα ίσως
να μην την αναγνωρίζουν πια
αφού ο κόσμος
έχει τέτοια πληθώρα συναισθημάτων
συμμορφωμένων τόσο
με τις εμπορευματικές προσταγές
που ο έρωτας
συνδέεται ευθέως
με την απόκτηση
καινούριας μηχανής
πολλών κυβικών
ν’ αλωνίζεις τους δρόμους αιώνιος
ερώμενος ο ίδιος του εαυτού σου
και δεν είναι πως
δε ματώνουν τα μάτια μου όταν σε βλέπω
δεν είναι πως
δε μου σκίζει στα τέσσερα την καρδιά
το χαμόγελό σου
και το αξιοπόθητο
στητό σου σώμα
την ώρα που σε μυρίζω
περνώντας δίπλα μου
όμως συνέχεια τρίζει στο στήθος μου
αυτή η μικρή ανησυχία
πως ό,τι πόθησα
το δημιούργησε το σκοτάδι
με τον ίδιο τρόπο που
η κόκα κόλα
οι διαφημίσεις καταναλωτικών δανείων
η μόδα και τα φωσφορίζοντα προφυλακτικά
δημιούργησαν
όλα όσα
ποθούν οι άλλοι
κι αν ήξερε η άνοιξη
πως θα τη μνημονεύουν τόσα ποιήματα
ποτέ δεν θα ξεσπούσε
υπό το βάρος τόσων προσδοκιών
σ' έναν τέτοιο οργασμό
από χρώμα κι από άρωμα
και περιρρέουσα επιθυμία γι’ αγάπη
ξέρω σήμερα
πως οι άνθρωποι
αγαπούν να την αγαπούν
-ένα συναίσθημα δηλαδή
που επιστρέφει στον εαυτό του-
όμως οι άνθρωποι ξεχνούν
πως οι οργασμοί
ακόμα και της άνοιξης
μπορούν να είναι
λυπημένοι

iv. «ντουρούτι»


μ’ ένα ζαφ

δυο τρία ιντυκουλούμ
κλοκότ και παραπέντε
άρπαξα μια βραδιά το ντουρούτι μου
και τράβηξα κατά το βουνό
πάνω εκεί με περίμεναν
και περίμεναν
με σημαίες και με σημαίες
με ναρίτ και ντεντάρες
και φοβέρα από σκόνη
ε! Ζαν Μπατίστ! 
έλα να δεις την ωραία φωτιά που ανάψαμε
να ξεγλιστρήσουμε από το σκοτάδι
τρεμόπαιζε ανήμπορη μια φλογίτσα
τι να σας πω
εκείνο το βράδυ ζεσταθήκαμε όπως όπως
κάψαμε σοβαρές εφημερίδες 
πιστόλια των παγκοσμίων πολέμων
εισιτήρια ταυτότητες και κάρτες μέλους
σε γκολφ κλαμπ και σούπερ μάρκετ
το ξημέρωμα κάναμε απόφαση
αρπάξαμε τα χρώματα
κάτι παιδικές μολυβιές
και σαγκίτ, αλλαμόρ, κομανκέτια και αλβάρες
και μ’ όλη μας την ορμή
την ακαταλαβίστικη γλώσσα μας
τη νιότη
κινήσαμε να αναστήσουμε την πόλη
εγώ κρατούσα πάντα το ντουρούτι μου
πιο δίπλα μου γελούσε ο Τεσταρόσσα
δεν ξέρω τι απέγιναν οι σύντροφοι
μια μισοπάλαβη γριά
με βρήκε σώμα άψυχο
σ’ ένα στενό την άλλη μέρα.

v. 


τα ξυράφια είναι τα διαχρονικά 

βλέμματα των αγίων
κοιτούν πότε το ένα
χέρι και πότε το άλλο
ακονίζονται λερωμένα
επάνω σε κρεβάτια που 
κοιμούνται κοιμούνται 
οι χαρές και οι κόρες του ύπνου
ξεντύνονται μεθυσμένες
η αποψινή προσμονή είναι το έπακρο
το απεχθές το ακρότατο
κοφτερό σύνορο μεταξύ του ενός
ή του άλλου και λύπης
της λύπης
ήθελε να στο πει μα δεν έφτανε
η φωνή ως εσένα
ξεκινάει για παράδειγμα
με μια λέξη και λέει
λέει και σβήνεται
η φωνή λίγο πριν να τελειώσει 
πώς το πας έτσι ρε
τους ψιθύρους σου ποιος
τους ακούει;
εκείνο το καλοκαίρι στην Ισπανία
πήραν τα όπλα στα χέρια
οι εραστές χαιρετιούνταν
με μπαμ και με μπουμ
το φιλί ακολουθούσε
εκείνο το καλοκαίρι στην Ισπανία
εκείνο το καλοκαίρι
ύστερα πήγε ο Ρεμπώ στο Χαράρ
ύστερα ο κόσμος έμεινε απηυδισμένος
κάτω απο τόνους σκόνης
ανελέητης φθοράς
και σποράς παραπόνων
διχοτομημένων στέρνων
στραβοκομμένων αυτιών
περιπτώσεων δηλαδή που εμπεριείχαν
το αίσθημα του ανίατου
του πένθους
του εσφαλμένου
έτσι κάπως καταπίνω 
οτιδήποτε θυμίζει φωνή
το γυρνάω μες στο στόμα και λιώνει
μουδιάζοντας 
όλους τους γευστικούς κάλυκες
κάνοντας τα γλυκά σου ας πούμε φιλιά
να έχουν την ίδια γεύση με το αίμα
που προκύπτει από τα ξυράφια
που είναι τα διαχρονικά βλέμματα 
των αγίων της λύπης
της λύπης
ήθελε να στο πει μα δεν έφτανε
η φωνή ως εσένα
-πάλι έτσι το πας
ποιος ακούει;

vi. 


δεν είμαι ωραία μουσική για να μ' ακούσεις

δεν είμαι κώμη απαλή για να με λούσεις
δεν είμαι ήλιος να σε ντύσω με αχτίδα
είμαι σημάδι και σπυρί παρανυχίδα
είμαι σε νύχτα σκοτεινή μαύρο σκουλήκι
κατατροπώνω καίω λέω "μου ανήκει"
σκοτώνω βρίζω βρίζομαι σ' αφήνω
μετά σκοτώνομαι 
και πάω πάνω απ' τον τάφο μου
και φτύνω
λοιπόν; θα μ' αγαπήσεις;

[Κι ένα ~ ποιητικής]


όσοι γράφουν ποιήματα για την ψυχή τους,

όσοι γράφουν για να μην τρελλαθούν ολοκληρωτικά,
όσοι γράφουν για Εκείνη ή για Εκείνον, 
όσοι γράφουν μολότωφ, 
όσοι γράφουν τη στιγμή που θέλουν να κοπούν ή ν' αυτοκτονήσουν, 
όσοι γράφουν για να μην τους προλάβει ο θάνατος χωρίς ούτε ένα ποίημα, 
όσοι γράφουν για τη χαρά που τους δίνει η ίδια η γραφή, 
όσοι γράφουν γιατί στον ύπνο τους έρχονται απρόσκλητοι Καρυωτάκηδες Σύλβιες Πλαθ και δε συμμαζεύεται, 
όσοι γράφουν γιατί δε μπορούν να σιωπούν μπρος σ' έναν κόσμο που πεθαίνει, 
όσοι γράφουν για κάποια Ιδέα, 
όσοι γράφουν για να μην ξεχνούν πως είναι άνθρωποι, 
όσοι γράφουν γιατί φιμώνονται κάθε μέρα, 
όσοι γράφουν γιατί πέρασε απ' το χεράκι τους για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου η αόρατη σκυτάλη της ποίησης κι έχουν χρέος να της αποδώσουν τιμή, 
όσοι γράφουν με πυρετό και με κάβλα, 
όσοι γράφουν γιατί αντιλαμβάνονται τη θνητότητα και μηδαμινότητά τους εντός του απέραντου κόσμου, 
όσοι γράφουν προσφέροντας με έξαψη το κορμί τους και το μυαλό τους γυμνά κι ευάλωτα σε ξένα χέρια, 
όσοι γράφουν όχι ως κεφαλή αλλά ας πούμε ως δάχτυλο ή ως τρίχα γεννητικών οργάνων, 
όσοι γράφουν ως μέρος του Όλου, αυτοί λοιπόν το ξέρουν.

οι υπόλοιποι ας το μάθουν τώρα:

υπάρχει
ο κόσμος των ποιητών
ο κόσμος των μουσικών
ο κόσμος των ζωγράφων
των χορευτών
των ηθοποιών
των σκηνοθετών
-ξεχνάω καμπόσους-
και υπάρχει
κι ο κόσμος


Ετούτη είναι. Αγκαλιάστε την

Τέλειωσε-
(Και σιγά μην έβαζα μόνο 5)

Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

Κάτουλλος: «Carmen 16»

Ο Γάιος Βαλέριος Κάτουλλος, ήταν Ρωμαίος λυρικός ποιητής
 που έζησε τον 1ο αιώνα π.Κ.Χ.
Το ποιητικό σώμα του Κάτουλλου αποτελείται από 116 ποιήματα (Carmina)
κυρίως ερωτικού περιεχομένου.

Στο παρακάτω ποίημα, το Carmen 16 ("Ποίημα 16"),

ο Κάτουλλος επιτίθεται στον Μάρκο Αυρήλιο, Ρωμαίο γερουσιαστή,
και στον Μάρκο Φούριο, ποιητή, γιατί σύμφωνα με τον πρώτο,
οι Αυρήλιος και Φούριος, χαρακτηρίζοντας την ποίησή του
ευαίσθητη και γλυκερή («γεμάτη σκηνές με φιλιά»),
αμφισβητούν έντονα τον ανδρισμό του.

Τους απαντάει λοιπόν με το παρακάτω, το οποίο θεωρείται

το πιο απαγορευμένο ποίημα που έχει γραφτεί,
τόσο ...χυδαίο και υβριστικό, που μεταφράστηκε πρώτη φορά ολόκληρο
στ' αγγλικά, μόλις στα τέλη του 20ού αιώνα!
Πάντως, κι ο ίδιος, δεν αποκλείει τις κατηγορίες,
για να μην πω ότι, άθελά του (;) τις επικυρώνει,
όπως φαίνεται απ' τον πρώτο κιόλας στίχο.

[Όσες μεταφράσεις έχω υπόψη μου στα ελληνικά,

είτε είναι σεμνότυφες (και άρα χαντακώνουν
τον καταγγελτικό χαρακτήρα του ποιήματος),
είτε στερούνται πλήρως ρυθμού, διαλύοντας
τη μουσικότητα του πρωτότυπου.]

Gaius Valerius Catullus


«CARMEN 16»

Θα σας γαμήσω εγώ τον κώλο και το στόμα,
παλιοαδερφή Αυρήλιε και Φούριε πούστη,
που θαρρείτε πως, αφού τα ποιήματά μου
ευαίσθητα είναι, είμαι κι εγώ θυληπρεπής.
Πράγματι, πρέπει ο αληθινός ποιητής να είναι
αδρός ο ίδιος, μα όχι και τα ποιήματά του·
που είναι όντως θελκτικά και πνευματώδη
όταν ευαισθησία έχουν και γοητεία,
κι ωστόσο μπορούν ένα μούδιασμα να φέρουν,
δεν λέω στ' αγόρια, μα σε κάτι τριχωτούς
γέρους που δεν μπορεί πια να τους σηκωθεί.
Σεις, που διαβάσατε τ' αμέτρητα φιλιά μου
θεωρείτε πως είμαι θυληπρεπής;
Θα σας γαμήσω εγώ τον κώλο και το στόμα.


Μετάφραση στα ελληνικά: 
Άρης Φίλιππας


~

Tags: Catullus Gaius Valerius Roman Poet Κάτουλλος Κάτουλος Γάιος Βαλέριος Ρωμαίος Ποιητής Ποίηση Λατίνος Latin Κάρμεν 16 Carmen Poetry Απαγορευμένη Ποίηση Banned Poem Μετάφραση Μεταγραφή Άρης Φίλιππας Marcus Aurelius Furius Μάρκος Αυρήλιος Φούριος Βλάσφημος