Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Για τον σπουδαιότερο Έλληνα ποιητή

Συζητοῦσα μέ μιά φίλη καί μέ ρώτησε ποιόν θεωρῶ τόν «πιό σπουδαῖο» ποιητή τῆς ἐλληνικῆς γραμματείας. Πρίν ὁλοκληρώσει τήν ἐρώτηση, ἀνέκραξα διακόπτοντάς τήν ἀγενῶς: ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ! Κι ἐξηγοῦμαι:

Ὁ Νίκος Καροῦζος εἶναι ὁ πιό παραμελημένος ποιητής τῆς ἐλληνικῆς γραμματείας, λαμβάνοντας ὑπόψη τό μέγεθός του σέ σχέση μέ τήν προσοχή πού (δέν) ἔχει λάβει.

Καί εἶναι πράγματι Μέγεθος μ ο ν α δ ι κ ό μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξης, σπουδαιότερος σχεδόν ὁλόκληρου τοῦ φιλολογικοῦ Κανόνα, συμπαγέστερος καί στιβαρότερος τῶν νομπελιστῶν, ὁριακή καλλιτεχνική προσωπικότητα.

Στήν ἀναγνώρισή του ὡς Τιτάνα ποιητικό, πέραν τῆς ὑπερδιαστατικῆς του γραφῆς, συντελεῖ κι ἕνα ἀξιοζήλευτο Ἧθος: ἕνα ἐντός κι ἐκτός τοῦ χώρου ἀντιλάλημα τῆς Ἱστορίας, ὁ Ποιητής πραγματώνει τό (ὑπερρεαλιστικῆς προέλευσης) ποιητικῶς ζῆν σέ ὅλη του τήν ἔκταση καί τήν ταπεινή ἀλήθεια.


Στήν ὕλη εἰσχωρεῖ οὐρλιάζοντας / Ὁ Καροῦζος κατακερματίζει κι ἀνασυνθέτει τούς λόγους, κοιτάει μυστικά χωρίς νά κοιτά, αὐτοϋπονομεύεται οὑσιωδῶς, ὑπάρχει π α ρ ά λ λ η λ α μέ τή μνήμη. 

Θρησκεύεται μέ ναρκωτική ἀναρχία καί ξεψυχεῖ στό τέλος καταφάσκοντας τίς ὑποψίες ἑαυτοῦ στό ποιητικό του πριονιστήριο.

Ἡ λέξη του ἔρχεται ἀπ' τό Τίποτε, ὀργιάζει καί κατρακυλά, βγάζοντας σά μικρό παιδί τή γλῶσσα της ἀπέναντι στήν ἀλαζονική σιγουριά τοῦ θανάτου.


Στό αἷμα του ρέει τό ποτάμι τοῦ Ἡράκλειτου καί η ὑπαρξιακή πλησμονή τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Καροῦζος εἶναι στό σκονισμένο κατσάρι τοῦ Διογένη, στόν φανό, στο ὑπερβατικό φῶς πού ἀντικαθρεφτίζει ἡ κοσμική μεταβλητότητα· εἶναι στόν ἐρωτευμένο ναύτη τῆς Κροστάνδης, στίς εἴκοσι τέσσερις μεταμορφώσεις τοῦ Dattatreya, στό ἱερό τραγούδι τῆς ἀστρικῆς ξενιτιᾶς, αὐτός, ὁ ἁγνός περπατητής τοῦ ὀνείρου.

Σκέφτομαι:

Ἴσως, σέ μερικές χιλιάδες χρόνια, κάποιες ἄφυλες κυκλικές φυλές τοῦ σύμπαντος, τόν καταλάβουν καί μᾶς τόν τραγουδήσουν· νά φτάσει στ' αὐτιά μας σάν διαστρική ψαλμωδία -ὁλόγυμνος, ταπεινός καί πάντοτε ἄ λ λ ο ς- καί ν' ἁπαλύνει τόν αἰώνιο ὕπνο μας.


Χειρόγραφο