Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

Βία, ένοπλος αγώνας, και στο βάθος η γριά Δικαιοσύνη.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Το παρακάτω ανάγνωσμα είναι ένα κράμα
συνειρμικής γραφής, ανοργάνωτου λόγου,
ρητορικού αυταρχισμού και περιστασιακών μπινελικίων.
Διαβάστε με ανευθυνότητα.


Στο παρόν κείμενο, θα προσπαθήσω να μιλήσω για τις έννοιες βία και ένοπλος αγώνας, και να σχολιάσω το πώς ο κοινωνικός στόχος κάθε σώφρονος ατόμου (επιβάλλεται να) είναι η απόδοση του Δικαίου.


Θα αναρωτηθώ τα εξής:


  • Τι περιεχόμενο έχει η βία;
  • Ποιες είναι και από πού προκύπτουν οι επιλογές του ατόμου, όταν βρίσκεται στη μεριά του θύτη και όταν στη μεριά του θύματος σε μια βίαιη κατάσταση; 
  • Τι είναι το Δίκαιο, τι θέση έχει στην κοινωνία, γιατί πρέπει και πώς μπορεί να αποδοθεί; 
  • Τι σχέση έχει η Δημοκρατία με το Δίκαιο; 
  • Τι σημαίνει «καταδικάζω κάθε μορφή βίας»; 
  • Τι είναι ένοπλος αγώνας; 
  • Πόσο επιτυχής και πόσο εφικτός είναι;

Ας το πάρομε απ' την αρχή. Η λέξη «βία» και η φράση «ένοπλος αγώνας», είναι δυο εκφράσεις που, ως επί το πλείστον, δημιουργούν ένα συναίσθημα τρόμου σε όσους τις ακούν και τις διαβάζουν.

Ποιος δεν έχει ακούσει την αφελέστατη ατάκα: «καταδικάζω κάθε είδος βίας»;
Το πρόβλημα με αυτή την πρόταση, είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό που είχα περιγράψει στο κείμενό μου περί των απολίτικων: εκείνος που απερίφραστα καταδικάζει όλες τις βίες, προφανώς και δεν έχει την παραμικρή ιδέα του τι λέει ή, μάλλον,

δεν έχει ιδέα τι σημαίνει αυτό που λέει.
Ας εξηγηθώ λοιπόν.
Βία, είναι η υλική ή ψυχική πίεση που ασκεί κάποιος σε κάποιον άλλο για να του επιβάλει τη δική του θέληση. (λεξικό Τριανταφυλλίδη)

Λαμβάνοντας υπ' όψιν τον ορισμό αυτό, θα μπορούσα με σιγουριά να υποστηρίξω ότι οιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος θα παραδεχόταν αυθόρμητα ότι η βία είναι ένα πράγμα κακό. Μα, σαφέστατα, κάκιστο. Θα κάνω μια απόπειρα να σχολιάσω μια βίαιη κατάσταση, από τη μεριά του θύτη και από τη μεριά του θύματος. 

Έστω ότι είμαι εγώ ο θύτης: γιατί, θα αναρωτηθεί κάποιος, να ασκήσω εγώ υλική ή ψυχική πίεση σε κάποιον για να του επιβάλω τη δική μου θέληση; Δεδομένου ότι έτσι παρεμβαίνω με εχθρικό τρόπο στην ατομική του ελευθερία και του προκαλώ υλικό ή ψυχικό τραύμα, η πράξη μου είναι καταδικαστέα, και οφείλω να τιμωρηθώ γι' αυτήν, βάσει των θεσπισμένων κανόνων τού Δικαίου.

Έστω ότι είμαι εγώ το θύμα: όταν κάποιος αποπειραθεί να μου κάνει το αντίστοιχο, και πάλι η πράξη του είναι καταδικαστέα και ισχύουν ξανά τα άνωθεν. Η κατάσταση, όμως, του θύματος, πέρα απ' το υποφαινόμενο μειονέκτημα που την χαρακτηρίζει, διαθέτει και ένα τεράστιο πλεονέκτημα: είναι αυτή που μπορεί να κάνει ένα άτομο να συνειδητοποιήσει ποιες είναι οι επιλογές που έχει, όταν κάποιος διάκειται εχθρικά προς αυτόν.

Διότι, όντας θύτης, συνειδητά επιλέγει να μην λάβει υπ' όψιν τους κανόνες του Δικαίου, και πράττει πράξη άδικη, ενώ όταν βιώνει το άδικο, τότε είναι σε θέση να αναγνώσει πλήρως τα στοιχεία στα οποία συντελείται η κατάσταση αυτή. Και, κάνοντάς το αυτό, μοιραία θα έρθει αντιμέτωπος με τις επιλογές που διαθέτει, εκείνη τη στιγμή που λαμβάνει χώρα η άδικη πράξη.

Οι επιλογές αυτές, είναι δύο:

Α. Να υπομείνει την άδικη πράξη. 
Β. Να μην υπομείνει την άδικη πράξη.

Ας δημιουργήσομε νοητά μια κοινωνία δέκα ατόμων, για να συμπεράνουμε διαισθητικά ότι οι δύο από αυτούς θα έκαναν την επιλογή Α, ενώ οι άλλοι οχτώ την επιλογή Β (πιστεύω ότι, με ένα πείραμα ή μια δημοσκόπηση σε ένα πλήθος ατόμων, τα ποσοστά θα έβγαιναν περίπου κάπως έτσι, αν κάνω λάθος, διορθώστε με, αν και δεν έχει μεγάλη σημασία).
Όσον αφορά στα δύο άτομα που θα έκαναν την επιλογή Α, οι αιτίες που μπορώ να σκεφτώ είναι οι εξής (ταξινομημένες απ' την πιο συνήθη στη λιγότερο): 

  1. Πρόκειται για άνθρωπο εκ φύσεως υποτακτικό, η μορφή του αιώνιου θύματος
  2. Θεωρεί ότι η επιλογή Β δεν έχει νόημα, μη όντας ψυχικά ή σωματικά ικανός για αντίσταση
  3. Δεν αξιολογεί την κατάσταση σωστά, δηλαδή δεν έχει αντιληφθεί ότι βρίσκεται σε μια κατάσταση βίαιη (κυρίως εξαιτίας εγκεφαλικής ανικανότητας ή όντας παραπλανημένος)
  4. Του επιβάλλεται απ' τη θρησκεία του ή την οικογένειά του, όταν βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση, να «γυρνάει και το άλλο μάγουλο» (όπως εκείνοι οι Μορμόνοι στο «Το όνομά μου είναι Τρινιτά») αντί να αντισταθεί.

Δεν υπάρχει λόγος να σχολιάσω τις αιτίες αυτές περαιτέρω, αρκεί που τις εξέθεσα, από εκεί και πέρα μπορεί ο καθένας να τις αναλογιστεί (ότ)αν βιώσει μια βίαιη κατάσταση.

Σ' αυτούς που νευρωτικά επιλέγουν να είναι θύματα, δεν υπάρχει καν λόγος συζήτησης. Μιλάμε για άτομα ψυχικά διαταραγμένα. Βαράτε με κι ας κλαίω, που λέμε. Στους πιο συζητήσιμους, θαρρώ ότι αξίζει μια μικρή κουβέντα που θα στοχεύει στην αναθεώρηση της ιδέας της υποτακτικότητας.

Σχετικά με τα άτομα που θα προέβαιναν στην επιλογή Β, το ερώτημα που αυθόρμητα θα υποβάλλουν είναι το εξής: «διαλέγω, βέβαια, να αντισταθώ, αλλά πώς

Ας εισάγομε αυτές τις κουραστικές θεωρίες, σε ένα παράδειγμα από την καθημερινότητα:

Είμαι στο δρόμο και περπατάω ανέμελος πίνοντας bubble tea με ρούμι, και έχοντας στα ακουστικά σε infinite loop το Ummagumma. Ξαφνικά, εμφανίζεται μπροστά μου ένας μεθυσμένος, που με διατάζει να του δώσω όλα τα χρήματα και τα προσωπικά αντικείμενα που έχω πάνω μου. Μου ρίχνει και μια μπουνιά, με ξαπλώνει κάτω, με χτυπάει συνεχώς κλπ.
Σε εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, εγώ είμαι το θύμα σε μια κατάσταση βίας. Δηλαδή τα μπουνοκλωτσίδια που δέχομαι, είναι υλική πίεση που μου ασκείται με σκοπό να μου επιβάλει (ο ληστής) τη δική του θέληση. Αφού αποφασίσω, ως θύμα, να κάνω την επιλογή Β, δηλαδή να αντισταθώ, έχω ορισμένες επιμέρους επιλογές, περί του πώς θα το πετύχω αυτό: 

  1. Να το διαπραγματευτώ μαζί του, να του εξηγήσω ότι διαπράττει μια αξιόποινη πράξη. 
  2. Να το βάλω στα πόδια (και να κάνω το ίδιο σε όποιον, μελλοντικά, μου επιτεθεί). 
  3. Να σηκωθώ πάνω και να τον γαμήσω στο ξύλο, και μετά να του ρίξω και μια ροχάλα στη μάπα. 

Ποια από αυτές, αποτελεί την πιο δίκαιη επιλογή; Ή μάλλον, ποια απ' αυτές τις επιλογές είναι αυτή που θα επιφέρει την πλήρη αποκατάσταση του Δικαίου; 
Χωρίς να θέλω να σας καθοδηγώ, θα απαντούσα με σιγουριά ότι η επιλογή 3 είναι η πιο δίκαιη.

Έχοντας διαλέξει το νούμερο 3, έχω διαπράξει μια πράξη βίας. Ή μήπως όχι;
Αν εξηγήσω σε έναν σοβαρό άνθρωπο τι συνέβη, οι περιπτώσεις να πάρω την απάντηση: «κακώς τον έδειρες, έπρεπε να κάνεις κάτι άλλο» είναι τόσες, όσες είναι οι περιπτώσεις να πάει ο Ψαραντώνης γιουροβίζιον.

Κι αυτό συμβαίνει, διότι η επιλογή που έκανα, δεν αποτελεί μια πράξη βίας,
αλλά μια πράξη γαμημένης αντιβίας.
You got it, εκεί ήθελα να καταλήξω τόση ώρα και σου 'σπασα τα νεύρα.

Η αντιβία είναι η έμπρακτη και βάσει του Δικαίου αντίσταση, στην βία που θα σου υποβάλλει κάποιος. Κι αν σας φαίνεται υπερβολικό το (συμβολικότατο) παράδειγμα που έδωσα, δοκιμάστε να το μεγενθύνετε λίγο, ώστε να λάβει και τις πραγματικές του διαστάσεις: δηλ. εγώ και η οικογένειά μου να είμαστε τα θύματα, και να έχομε απέναντί μας 50 θύτες, οι οποίοι καθημερινά να μας ληστεύουν, να μας χτυπάνε κλπ. Τώρα; Μήπως δεν είναι τόσο υπερβολικό;

Το βασικό αντεπιχείρημα που λαμβάνω, όταν προσπαθώ να εξηγήσω αυτό το απλούστατο πράγμα σε άλλους, είναι ότι «η βία δεν είναι λύση» (αλλά η λία είναι βίσση), και ότι «αυτό που λες είναι εκδικητικό και δεν οδηγεί πουθενά». 

Ή το άλλο το πετυχημένο: «αυτό δεν είναι δημοκρατικό».

Τρυφερέ αναγνώστη που θα τρέξεις να μου αναμασήσεις αυτά τα γελοία επιχειρήματα της ΚΩΛΑΡΑΣ,

Πρώτον: δεν είναι βία, είναι αντιβία, μάθε τις διαφορές μπας και γίνεις ποτέ από σκέτο θηλαστικό, άνθρωπος, με λογική και νου.

Δεύτερον: αν εγώ έρχομαι στο σπίτι σου καθημερινά και σε ληστεύω, δέρνω την οικογένειά σου, δηλαδή είστε δούλοι μου και εγώ ο κατακτητής σας, τί θα επιδιώξεις;
Να διαπραγματευτείς μαζί μου για να σου ρίχνω λιγότερο ξύλο;

Τρίτον: όπως προσπαθώ να εξηγήσω με απλά λόγια, η αντιβία μου δεν είναι «με κεράτωσες, άρα σε κερατώνω κι εγώ», είναι «μας κλέβεις και μας σκοτώνεις, οπότε έρχομαι να σε γαμήσω ανάποδα και να διεκδικήσω την ελευθερία μου».
Δεν έχει στόχο εγωιστικό, έχει στόχο την απόδοση Δικαιοσύνης.

Τέταρτον: όταν λες δημοκρατικό, σε ποια ακριβώς δημοκρατία αναφέρεσαι;

Στο ιδεώδες πολίτευμα του Κλεισθένη και του Σόλωνα, ή στην αστική εκφυλισμένη δημοακράτεια που μας προτείνεται ως δημοκρατία;

Το Δίκαιο, η Δικαιοσύνη, δεν είναι πολίτευμα, και γι' αυτό δεν υπόκειται σε φθορές. 
Και γι' αυτό ουδεμία σχέση έχει με τη Δημοκρατία ή οποιοδήποτε άλλο κοινωνικοοικονομικό σύστημα οργάνωσης/διακυβέρνησης.

Η Δημοκρατία, αντιθέτως, είναι ένα πολίτευμα. Ναι, δε λέω, είναι το πολίτευμα που αντικατέστησε την Τυραννία, είχε σαφώς πολύ πιο ανθρωπιστικούς στόχους και μέσα, ήσαν το πιο ελεύθερο από όλα τα υπόλοιπα, ήσαν το πιο δίκαιο από όλα τα υπόλοιπα.

Ήσαν, όμως, το Δίκαιο καθαυτό; ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ.

Αυτό το συμπέρασμα που εξάγεται με γελοία λογική διεργασία 20 δευτερολέπτων, και για τους περισσότερους, όταν το αναλογιστούν για λίγο, είναι αυτόματο συμπέρασμα, δυστυχώς πολλοί άνθρωποι δεν το αντιλαμβάνονται.
Η απόδοση του Δικαίου, de facto λαμβάνει ορισμένα χαρακτηριστικά, τα οποία, αν εξεταστούν φαινομενικά και πρόχειρα (ως συνήθως), θα φανεί ότι είναι αντίθετα με το εκάστοτε «γεμάτο ελευθερίες» πολίτευμα, και ότι είναι στη βάση τους εκδικητικά (an eye for an eye φάση).
Και φυσικά από κάποια ψευτορθολογική γωνιά, θ' ακουστεί και το υπέροχο «είμαι ενάντια σε κάθε μορφή βίας, γιατί η βία φέρνει βία» και τα ρέστα.
Επιχείρημα καταφάνερα καθυστερημένο και παραπλανητικό, που εξάγεται, όπως προείπα, από προχειρότατη ανάγνωση του πράγματος.

Όταν, φυσικά, μιλάμε για κάτι παραπλανητικό, έχομε ως δεδομένο ότι υπάρχει ο παραπλανών απ' τη μια, και ο παραπλανόμενος απ' την άλλη. Θα προτείνω, προς το παρόν, ότι τον πρώτο ρόλο ενσαρκώνει το Κράτος και τον δεύτερο ο Λαός.

Είναι παραπλανητικό, γιατί το σύστημα και τα βολεμένα σ' αυτό ανθρωπάκια που μπαμπαλίζουν αυτή την παπαριά, έχουν από κοινού θεσπίσει μια συγκεκριμένη σχέση τύπου αφεντικό - δούλος ανάμεσα στους ίδιους και στον Λαό.
Η συνειδητοποιημένη παραπλάνηση που λαμβάνει χώρα, πηγάζει από το συμφέρον.


Δηλαδή, όταν βγαίνει ο σαμαράς (και το κάθε προσωπείο του κράτους) και διατείνεται ότι «καταδικάζει κάθε μορφή βίας», ενώ την ίδια στιγμή κλέβει, σκοτώνει, φυλακίζει, δέρνει, φιμώνει κι εξευτελίζει ζωές, η γιαγιά μου κουνάει καταφατικά το κεφάλι και νιώθει μια ασφάλεια, ενάντια στα «βίαια αναρχοκομμούνια που τα σπάνε όλα, όπως βλέπομε και στο βίντεο» (σικ).

Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται περί ενός τεραστίου μεγέθους συνειδητού ψεύτη.
Πώς γίνεται να λες ότι καταδικάζεις όλες τις βίες, ενώ παράλληλα ασκείς όλα τα είδη βίας μαζεμένα;

Φυσικά και ΔΕΝ καταδικάζει κάθε μορφή βίας, φυσικά και ΔΕΝ είναι κατά της βίας.
Είναι 100% ΥΠΕΡ της βίας που εξυπηρετεί το συμφέρον του και καταδικάζει όσους του αντιστέκονται!
Για να το κάνω τελείως νιανιά, αν εγώ είμαι γνωστός και αποδεδειγμένος απατεώνας (έχω κλέψει, έχω σκοτώσει, έχω βιάσει κλπ), και βγω και καταδικάσω όλες τις βίες, ο ως επί το πλείστον πανηλίθιος και μπαρμπαδόπληκτος λαός τής Ελλάδας θα με χειροκροτήσει και θα πει «μπράβο στο παιδί, γιατί πέρα από ειρηνικός άνθρωπος είναι και δίκαιος: δεν λέει ότι καταδικάζει μόνο μία, λέει όλες!».

Και όλο αυτό το πανηγύρι βλακείας, με κάτι τζήμερους και δημοκρατόπληκτες βολεμένες αμοιβάδες που «έχουν πάθει ειρήνη», να κάνουν πρίμο σεκόντο και να μας πρήζουν τ' αρχίδια.

Διατεινόμαστε ότι «δεν είμαστε σαν τα πρόβατα τα αμερικανάκια που ό,τι και να τους πουν το χάφτουν», αλλά όπως ακριβώς κι εκεί, σε κλέβω, σε σκοτώνω, σε δέρνω, αλλά αν σου πετάξω ένα «λέμε όχι στους τρομοκράτες», αρχίζεις και με χειροκροτάς υστερικά και με ξαναψηφίζεις, εις τους αιώνας των αιώνων, admin.

-Κατάλαβες, γιαγιά;
-Κατάλαβα, παιδί μου. Αλλά εγώ νέα δημοκρατία ψηφίζω μια ζωή.
Και περνάμε στο δεύτερο (και μικρότερο, μη ζορίζεσαι) μέρος του σημερινού μας talk show:
τι είναι ο ένοπλος αγώνας.

Πρώτα απ' όλα, νιώθω την ανάγκη να ξεχωρίσω την έννοια «ένοπλη δράση» με την έννοια «ένοπλος αγώνας». Διότι, ένοπλη δράση (όπως προπαγανδιστικά μας τη σερβίρουν τα μέσα μαζικής εξημέρωσης εξομοιώνοντας μήλα με πορτοκάλια) είναι κι αυτή της χρυσής πορδής, πάντα κατά παραγγελία του κρατικού - εξουσιαστικού μηχανισμού, βεβαίως βεβαίως.

Ο ένοπλος αγώνας, είναι αυτό που, στην έσχατη οργάνωσή του, αποκαλούμε Επανάσταση. (Παρεμπιπτόντως, το ότι έχει περάσει στην κοινωνία σαν μια γραφική ατάκα και χρησιμοποιείται πλέον κοροϊδευτικά και μειωτικά, κάνοντας ακόμα κι εμένα που την επιδιώκω, να χρησιμοποιώ τον όρο με το φόβο «μη με πουν γραφικό», με εξοργίζει τα μάλα, αλλά τέλος πάντων. Ας κάνω τα στραβά μάτια.)

Όταν η κατάσταση σε μια κοινωνία έχει οδηγηθεί σε ένα αδιέξοδο (κι ο Καπιταλισμός έχει το επαναλαμβανόμενο αδιέξοδο στην ίδια του τη φύση), ένεκα της ανθρωπιστικής και οικονομικής κρίσης και της ουσιαστικής υποδούλωσης ενός λαού σε πέντε τζάκια, δε σιτσουέησο κολς φορ εν αρμντ στραγκλ που λέγαμε και στο χωριό μου, ή αλλιώς:
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΗ ΛΥΣΗ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΖΙΚΟ ΕΝΟΠΛΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟ ΑΓΩΝΑ.


Τζον Λωκ, ο λόγος σου μας χόρτασε και το ψωμί σου φα' το.

Επειδή ο ένοπλος αγώνας είναι κάτι που προϋποθέτει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας να παραμερίσει τις μεταξύ του διαφορές, να τεθεί ένας κοινός στόχος που θα πολεμηθεί, να μην υποβληθούν σε πρώτο πλάνο τα συμφέροντα του ενός και του άλλου, θέλει, δηλαδή, μια συνεργασία, μια συλλογικότητα, αυτομάτως γίνεται εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο.

Δηλαδή, άντε και πήρα εγώ το τουφέκι, να πάω να ασκήσω ισόποση αντιβία σε αυτούς που με κλέβουν και με σκοτώνουν λίγο-λίγο. Τρία θα 'ναι τα αποτελέσματα:

1. Θα αποτύχω, διότι είμαι μόνος μου, και πιθανότατα θα καταλήξω φυλακή ή σκοτωμένος.

2. Με την κρατική προπαγάνδα, θα ανακηρυχθώ δημόσιος κίνδυνος και θα με κάνουν όλοι πέρα.

3. Πάλι με την κρατική προπαγάνδα, θα γίνει επίθεση σε όποιον χρησιμοποιεί τη λέξη «επανάσταση» και όσους αγωνίζονται γι' αυτή, δηλαδή θα προσδοθεί μια αρνητική χροιά σε όλο αυτό, και φυσικά το μπαρμπαδαριό και η φορμόλη που έχει χορηγήσει στο λαό, θα με κάνει πέρα και θα βγω εγώ ο κακός. Εγώ που είμαι το θύμα δηλαδή.

Γι' αυτό, όλα τα επιτυχή παραδείγματα ένοπλου αγώνα κατά τη διάρκεια της Ιστορίας, οργανώθηκαν, αφού πρώτα υπήρχαν ενδείξεις εντονότατου κοινωνικού αναβρασμού. 

Βέβαια, στη διάδοση αυτού του «μικροβίου» αντίστασης στον κατακτητή, είχαν συναντήσει πολλές δυσκολίες. Διαδόθηκαν κρυφά, από στόμα σε στόμα, εμπιστευτικά και αργά-αργά.

Παρ' όλη την τεχνική, όμως, δυσκολία που συνάντησαν, σινάμα ήσαν και πιο εύκολο γιατί δεν υπήρχε αυτό το δυσθεώρητο κλίμα προπαγάνδας. 
Δηλαδή μπορεί να το 'λεγε ο Γιώργος στο Γιάννη, ο Γιάννης στο Νίκο, ο Νίκος στη Ζουμπουλία και η Ζουμπουλία στον Αντώνη, με μια διαδικασία χρονοβόρα μέχρι να φτάσει σε όλα τα αυτιά, αλλά όταν το άκουγε ο Νίκος απ' το Γιάννη δεν απαντούσε: «αυτά που λες δε γίνονται/ας το διαπραγματευτούμε καλύτερα/θέλω ειρήνη δε μ' αρέσει ο πόλεμος/γιατί να μπαίνομε σε τέτοιο κόπο/είμαι κατά της τρομοκρατίας». 
Όχι βέβαια. Έλεγε ο Θόδωρος στο Γιωργή: «πάμε ρε μαλάκα να κόψομε τα κεφάλια απ' τα τομάρια» κι ο Γιωργής απάνταγε «αρπάζω το τουφέκι μου κι έρχομαι, σύντροφε». 
Θα μου πεις, διαφορετικές εποχές. Και θα σου απαντήσω εγώ: έεεεεεεεεεεεελα ρε.

Αλλά, πώς το εννοείς εσύ και πώς το εννοώ εγώ;

Προφανώς και είναι διαφορετικές εποχές, γιατί η προπαγάνδα σήμερα είναι πιο πολλή και απ' τα φάλτσα της Φωτεινής Δάρρα.
Βέβαια η προπαγάνδα πάντοτε υπήρχε, αλλά όσο πάει ανδρώνεται όλο και περισσότερο. Ειδικά όταν εμφανίστηκε το φαινόμενο "χαζοκούτι", εκεί να δεις γιορτές οι δικτάτορες πάσης φύσεως. Σου λέει, ακριβώς αυτό που θέλαμε για να χειραγωγούμε τα μοσχάρια εύκολα και νοικοκυρεμένα, και πάνω απ' όλα, υποσυνείδητα.

Πέρα απ' την τεχνολογική ανάπτυξη που ήσαν βούτυρο στο ψωμί των εκάστοτε εξουσιαστών, η προπαγάνδα είναι ένα μικρόβιο. Που σημαίνει ότι όσο πάει και μεγαλώνει στις κοινωνίες.

Εμφανίζεται «αθώα» (τρόπος του λέγειν), και όσο πάει εξελίσσεται. Και ελίσσεται, στις συνθήκες της κοινωνίας, εκμεταλλευόμενη τον πόνο του Λαού, και πάντοτε κοροϊδεύοντάς τον.

Για να επιστρέψω στο συλλογισμό μου, απέναντι στο μεγάλο κακό, την προπαγάνδα, που μπορεί να μεγενθύνει η τεχνολογία, υπάρχει ένα αντίστοιχο πλεονέκτημα: η διάδοση του «μικροβίου αντίστασης» μπορεί να πραγματοποιηθεί με ταχύτητα 10.000 άτομα ανά λεπτό (απρόξιμεϊτλι, έτσι κι αλλιώς συμβολικά μιλάω).

Ίντερνετ ορ νόου ίντερνετ, οι αλλαγές οργανώνονται πάντα απ' τα κάτω, όχι απ' τις Βουλές, τις Επιτροπές κι όλες αυτές τις μαλακίες. Δείτε το ιστορικά, και θα καταλάβετε τι εννοώ, παραθέτω μερικά γνωστά παραδείγματα ένοπλων αγώνων:

Ελληνική επανάσταση του 1821, Μεξικανική Επανάσταση, Κουβανική Επανάσταση, Οκτωβριανή Επανάσταση, Αμερικανική Επανάσταση.

Για να συνοψίσω, στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, το 2015, όσον αφορά στην οργάνωση ενός ένοπλου αγώνα, πιστεύω ότι ο Λαός δε τον επιδιώκει, δε τον βλέπει σαν λύση.

ΟΜΩΣ, πώς το εννοώ;

Καταρχάς, πρέπει να καταλάβομε τούτο: θέλομε δεν θέλομε, ζούμε σε μια κοινωνία όπου υπάρχουν οι βολεμένοι και τα θύματα. Υπάρχουν οι οικονομικά ισχυροί ή αξιοπρεπείς και οι οικονομικά κατώτεροι. Υπάρχουν κλάσεις. Και απέναντι σ' αυτό το κείμενο που έγραψα εδώ, ένας οικονομικά ισχυρός και βολεμένος, μπορεί να μου αντιπαρατάξει ένα τριπλάσιο σε όγκο κείμενο που να μου εξηγεί ότι αυτά που λέω είναι μαλακίες, και ότι δε τα χρειαζόμαστε, και ότι μια χαρά είμαστε όπως είμαστε κλπ.

Αλλά αυτή η κάστα ανθρώπων, είναι λογικό να τα πει αυτά: δεν είναι το θύμα της δικτατορίας που ζούμε. Δεν είναι κι ο θύτης βέβαια, είναι κάπου ανάμεσα, έχει κάποια λεφτά που δε θα διακινδύνευε με «επαναστάσεις και τέτοιες αηδίες» (σικ) να τα χάσει, δεν έχει λόγο να αγωνιστεί, πως να το κάνομε.

Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί βέβαια: γιατί αυτοί που είναι οικονομικά εντάξει (που στο κάτω κάτω μπορεί να μη τα 'κλεψαν κιόλας, αλλά να τα 'βγαλαν με κόπο), να υποστούν μια επανάσταση αυτών που δεν έχουν και τίποτα να χάσουν, με κίνδυνο να χάσουν περιουσία, λεφτά κλπ;

Η απάντησή μου είναι η εξής: αυτό που μπορούμε να έχομε αυτή τη στιγμή πιο κοντά στο Δίκαιο, είναι η φωνή της πλειοψηφίας να νικά αυτή της μειοψηφίας. Χωρίς βόρειους και νότιους και ταξικές έχθρες. Είναι απλά μαθηματικά, είναι απλή και δίκαιη θέση.

Τέλος, όσον αφορά στους άλλους, τους οικονομικά κατώτερους, συχνά ακούω ότι «δεν είναι έτοιμοι». Αυτή η μπούρδα, πέρα απ' το ότι τους συμψηφίζει με τους παραπάνω, δηλαδή τους οικονομικά ισχυρούς, κάνοντάς τους όλους ένα μπάχαλο (άρα αποπροσανατολίζοντας το θύμα), είναι ένα false επιχείρημα, γιατί ανάγει το πρόβλημα αυτό σε αμιγώς κοινωνικά ή πολιτιστικά κριτήρια.
Λένε ότι «ο λαός δεν είναι έτοιμος για επανάσταση» σα να λένε «η Γιώτα δεν είναι έτοιμη για σχέση». Ε όχι, δεν είναι το ίδιο, πως θα γίνει.

Άρα, απ' τα οικονομικά θύματα που διαφωνούν με έναν ένοπλο αγώνα αυτή τη στιγμή, εξάγω τα εξής: 

  • Δεν ξέρουν τι είναι ο ένοπλος αγώνας. 
  • Δεν ξέρουν τι δύναμη έχουν. 
  • Δεν μπαίνουν στον κόπο να δουν ιστορικά τι αλλαγές έχουν φέρει με αυτό και μόνο τον τρόπο, και απορρίπτουν τέτοιες τακτικές ως αναχρονιστικές ή ουτοπικές. 
  • Είναι «χαμηλών τόνων» και θαρρούν πως «ψηφίζοντας αλλάζουν τα πράγματα». 
  • Είναι σταρχιδιστές, θέλουν κάτι να κάνουν μπας και φάνε ψωμί, αλλά ψιλοβαριούνται κιόλας. 
  • Είναι πεσσιμιστές, θεωρούν ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται ποτέ να γίνει, δεν έχουν ελπίδα και γι' αυτό δεν προσπαθούν καν (έχω υπάρξει κι εγώ ένας από δαύτους). 
  • Έχουν παραδοσιακό "δεξιό" προφίλ και απορρίπτουν νευρωτικά κάθε πρωτοποριακή κίνηση (ακόμα κι αν πεινούν). 
  • Γίνονται πάρα πολύ εύκολα έρμαιο της προπαγάνδας και της κάθε τρομολαγνικής καθεστωτικής δύναμης. 
  • Έχουν κολλήσει στον τρόπο σκέψης που είχαμε στα Σκέφτομαι και Γράφω της 4ης δημοτικού, αυτό το χίππικο «με όπλα και βία δε γίνεται τίποτα, μόνο με ειρήνη». 
Βέβαια (σχετικά με την 8η περίπτωση), η μονοδιάστατη αντίληψη εννοιών όπως η βία και «τα όπλα», συγχωρείται σε ένα παιδάκι της 4ης δημοτικού. 

Πολύ αθώα, πολύ πρόχειρα, πολύ ρομαντικά.

Όμως, τι γίνεται, όταν το σκεπτικό των περισσότερων Ελλήνων έχει μείνει μετεξεταστέο στην 4η δημοτικού;