Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

«Οι εφτά τρομοκράτες στο a/a Noemvria» (διασκευή Καββαδία)

Οι εφτά τρομοκράτες στο a/a* Noemvria

Εφτά μοίρες αριστερά, μην το ζορίζεις
για θα σου φύγει ο στόχος από το κεφάλι.
Εδώ είναι σοβαρή δουλειά, τι το νομίζεις;
Ότι είναι σαν σε μπάτσο να πετάς μπουκάλι;

Γυαλίζει ο Λάμπρος το αγνό περίστροφό του
Ο Παναής τοιμάζει τα εκρηκτικά του.
Μ' ένα φτερό γράφει ο Λουκάς το κείμενό του,
κι ο Πάνος ο παπαδογιός κοιτάζει κάτου.

Απ' τα Πατήσια ξεπηδάν κι απ' το Παγκράτι
τ' αντάρτικό τους το γλυκό να συνεχίσουν.
Γυαλίζει απόψε το μυαλό τους και το μάτι
ποιον γαμημένο χουντικό θα ξεκληρίσουν;

Μανώλη, που ύστερα στην ΚΥΠ τούς ξεπουλήθης
και στους παλιούς συντρόφους στράφηκες ενάντια,
πώς σε ποτίσαν άθλιε το νερό της λήθης
κι από αντάρτης, υπηρέτης τους; Κατάντια!

Ο Σπύρος, του λείπει το χέρι μα όλο γράφει
τόνα βιβλίο πίσω απ' τάλλο κι ας μη βλέπει.
Φώτη, ποια τράπεζα απόψε θα σε μάθει;
Σταμάτη, δε μιλάς; Χτύπα τούς καθωσπρέπει.

Τυφλός ο Σάββας την κουκούλα κατεβάζει
μ' ένα κουμπούρι ανοίγει τρύπες στα λαμόγια.
Δίκιο στη χώρα των ξεδιάντροπων μοιράζει
κι ειν' το μολύβι του σαν πινελιά του Γκόγια.

Κι έτσι μαζί με τα λεφτά, μεις πολεμάμε
και κάθε αφεντικό που μας ρουφάει το αίμα.
Ο κόσμος όλος μας αγκάλιαζε, θυμάμαι,
πριν του σερβίρουνε τα ΜΜΕ το ψέμα.

Κουφός ο Σάββας στο μπαλκόνι του αράζει
με ένα σνάιπερ σημαδεύει τους κοπρίτες.
Μα είναι κάτι πιο σπλατέρ που του ταιριάζει.
-Γιε μου, πού πας; -Μάνα, να φάω τους αλήτες!

*a/a: anti-capitalist, anti-imperialist

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Κατερίνα Ζησάκη· της Σκληριάς και του Ψιθύρου, στιγμών οκτώ και κάτι ψιλά-

Γράφει ο Άρης Φ.

Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια.

Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος με τις συλλαβές της.
Η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος με τις συλλαβές της όπου συλλαβή βλέπε οντότητα νεκροζώντανη μαυρορούσα αποπνικτική άφυλη από τρύπιο μετάξι και πέτρα.
Αφού λοιπόν η Κατερίνα Ζησάκη είναι η αγαπημένη μου σύγχρονη ποιήτρια και είμαι ερωτευμένος τις συλλαβές της όπου συλλαβή βλέπε οντότητα νεκροζώντανη μαυρορούσα αποπνικτική άφυλη από τρύπιο μετάξι και πέτρα, καταλαβαίνετε ότι δεν μπορώ να παραστήσω ότι θα κάνω μια αντικειμενική παρουσίαση της γραφής της.

Θ' αποπειραθώ, όμως, χάριν μιας όσο το δυνατό σωστότερης παρουσίασης, να μην καταγράψω εδώ όσα «λέει» σε μένα καθένα από τα ποιήματά της, και να τ' αφήσω να πουν όσα έχουν να πουν από μοναχά τους.


Η Κατερίνα έχει βγάλει μέχρι στιγμής μία συλλογή από τις εκδόσεις Μανδραγόρα, με τ' όνομα «Ιστορίες απ' το Ονειροσφαγείο», αλλά έχει μπαμπάτσικη ιντερνετική παρουσία, απ' την οποία κι εβοηθήθηκα για να διαλέξω μερικά από τα διαμαντάκια της. Δεν είναι, λοιπόν, όλα τα παρακάτω μέσα στη συλλογή της.


Θα σας μηνύσω την Κατερίνα μέσα από πέντε σπαράγματα.



«Ο Χάρων μεταφέρει ψυχές από την Στύγα»
Λάδι σε καμβά του Αλεξάντερ Λυτοφτσένκο (1861)

Ανεβείτε προσεκτικά στην ψαρόβαρκα του Χάρωνα, και χαλαρώστε τα άκρα σας.
Οι φωτογραφίες εντός του υγροσπηλαίου απαγορεύονται. 
Αλλά πάλι, απαγορεύονται οι απαγορεύσεις.

~~~~~


i. «ήσυχες μέρες»


άκου πώς ουρλιάζουν τα σκυλιά

κάτω στο βάλτο ένας τρελλός
μην τον φοβάσαι άγγιξέ τον
πρώτος εκείνος είπε για το πράσινο νερό
για τους χτίστες
για την οργονική μελωδία που ενώνει τον κόσμο

άκου πώς ψιθυρίζουν οι αφέντες

άκου
σχεδόν μες στο κεφάλι μας
φωνές σχεδόν σαν δικές μας
άκου

η ζωή στους εδώ τόπους κυλάει ομαλά

μια μάνα προχωράει αμέριμνη
σέρνοντας ένα παιδικό καρότσι
με την άκρη του λαιμού της
οι αρχές το εξέτασαν το βρήκαν άδειο
γύρω πέφτουν σαν χιόνι νεκρά πουλιά
νεκρά από μια ασθένεια του καιρού μας
λέγεται εκούσια θλίψη
εμφανίζεται πρώτα με ανεξήγητη σιωπή
με ανηδονία
σιγά σιγά τρώει τα πρόσωπα
παραλύει το μυϊκό σύστημα
και καταλήγει στις καρδιές μας
παγώνουν
το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το κρύο
στο καλοκαίρι
και στις πορείες
και σε αγκαλιές μέσα κρύο

όμως η ζωή στους εδώ τόπους κυλάει ομαλά

κάθε πρωί τα μεγάφωνα
ανακοινώνουν την έναρξη εργασίας
όταν γεράσει κι ο τελευταίος ανακοινώνουν λήξη
ύστερα πλύσιμο δέκα λεπτά
κρύο φαΐ άλλα δέκα
τα Σάββατα –καμιά φορά και Κυριακές
επιτάσσουν έρωτα
εκεί να δεις ανθρωπομεθύσι
οι αρχές εποπτεύουν τις συνευρέσεις μας
μην ενωθούν οι ανάσες
μη γείρει ο ένας το κεφάλι του στον ώμο του άλλου
εκεί δεν έχει δεν ήξερα
τιμωρείσαι
έτσι κυλάει 

σήμερα εκτέλεσαν τη μικρή μου κόρη

την έπιασαν να γράφει ποιήματα
για τον τρελλό κάτω στο βάλτο
για τα σκυλιά που ουρλιάζουν
γι’ αυτά τα αναθεματισμένα μεγάφωνα τις φωνές και τα ρέστα

κατά τα άλλα η ζωή κυλά ομαλά

σε κάθε λήξη βάρδιας
μαζεύουμε τα νεκρά πουλιά απ’ τους δρόμους
τα ρίχνουμε στους ειδικούς κάδους έξω από κάθε σπίτι
και φεύγουν ξημερώματα
για το Ονειροσφαγείο

ii.


τι όμορφα πεθαίνει η αγαπούλα μου

κάτω από ένα σωρό σκουπίδια
ντουπ και ντουπ την καρδιά της ακούω
πώς σβήνει νωχελικά ντουπ και ντουπ
αγάπη μου πώς φτάσαμε
στον έναν χτύπο το λεπτό
πώς φτάσαμε στο
"μια φορά στα χίλια χρόνια"
τι όμορφα πεθαίνει η αγαπούλα μου
κάτω από ένα σωρό σκουπίδια
(ψόφιες μύγες σελίδες παλιές αποτσίγαρα
νύχια κομμένα και χαρτομάντηλα με
πρωινά φλέματα τρίχες γάτας και
στάχτες και μπύρας κουτιά)
τι όμορφα. 
αντίο. ντουπ. σβήσε επιτέλους.
ντουπ. ντουπ. ακόμα;

iii.


αν ήξερε η άνοιξη τι θα συνέβαινε

ποτέ της δεν θα ξεκινούσε
ξέρω σήμερα
πως οι άνθρωποι
αγαπούν την αγάπη
κι αγαπούν 
να την αγαπούν
μα ίσως
να μην την αναγνωρίζουν πια
αφού ο κόσμος
έχει τέτοια πληθώρα συναισθημάτων
συμμορφωμένων τόσο
με τις εμπορευματικές προσταγές
που ο έρωτας
συνδέεται ευθέως
με την απόκτηση
καινούριας μηχανής
πολλών κυβικών
ν’ αλωνίζεις τους δρόμους αιώνιος
ερώμενος ο ίδιος του εαυτού σου
και δεν είναι πως
δε ματώνουν τα μάτια μου όταν σε βλέπω
δεν είναι πως
δε μου σκίζει στα τέσσερα την καρδιά
το χαμόγελό σου
και το αξιοπόθητο
στητό σου σώμα
την ώρα που σε μυρίζω
περνώντας δίπλα μου
όμως συνέχεια τρίζει στο στήθος μου
αυτή η μικρή ανησυχία
πως ό,τι πόθησα
το δημιούργησε το σκοτάδι
με τον ίδιο τρόπο που
η κόκα κόλα
οι διαφημίσεις καταναλωτικών δανείων
η μόδα και τα φωσφορίζοντα προφυλακτικά
δημιούργησαν
όλα όσα
ποθούν οι άλλοι
κι αν ήξερε η άνοιξη
πως θα τη μνημονεύουν τόσα ποιήματα
ποτέ δεν θα ξεσπούσε
υπό το βάρος τόσων προσδοκιών
σ' έναν τέτοιο οργασμό
από χρώμα κι από άρωμα
και περιρρέουσα επιθυμία γι’ αγάπη
ξέρω σήμερα
πως οι άνθρωποι
αγαπούν να την αγαπούν
-ένα συναίσθημα δηλαδή
που επιστρέφει στον εαυτό του-
όμως οι άνθρωποι ξεχνούν
πως οι οργασμοί
ακόμα και της άνοιξης
μπορούν να είναι
λυπημένοι

iv. «ντουρούτι»


μ’ ένα ζαφ

δυο τρία ιντυκουλούμ
κλοκότ και παραπέντε
άρπαξα μια βραδιά το ντουρούτι μου
και τράβηξα κατά το βουνό
πάνω εκεί με περίμεναν
και περίμεναν
με σημαίες και με σημαίες
με ναρίτ και ντεντάρες
και φοβέρα από σκόνη
ε! Ζαν Μπατίστ! 
έλα να δεις την ωραία φωτιά που ανάψαμε
να ξεγλιστρήσουμε από το σκοτάδι
τρεμόπαιζε ανήμπορη μια φλογίτσα
τι να σας πω
εκείνο το βράδυ ζεσταθήκαμε όπως όπως
κάψαμε σοβαρές εφημερίδες 
πιστόλια των παγκοσμίων πολέμων
εισιτήρια ταυτότητες και κάρτες μέλους
σε γκολφ κλαμπ και σούπερ μάρκετ
το ξημέρωμα κάναμε απόφαση
αρπάξαμε τα χρώματα
κάτι παιδικές μολυβιές
και σαγκίτ, αλλαμόρ, κομανκέτια και αλβάρες
και μ’ όλη μας την ορμή
την ακαταλαβίστικη γλώσσα μας
τη νιότη
κινήσαμε να αναστήσουμε την πόλη
εγώ κρατούσα πάντα το ντουρούτι μου
πιο δίπλα μου γελούσε ο Τεσταρόσσα
δεν ξέρω τι απέγιναν οι σύντροφοι
μια μισοπάλαβη γριά
με βρήκε σώμα άψυχο
σ’ ένα στενό την άλλη μέρα.

v. 


τα ξυράφια είναι τα διαχρονικά 

βλέμματα των αγίων
κοιτούν πότε το ένα
χέρι και πότε το άλλο
ακονίζονται λερωμένα
επάνω σε κρεβάτια που 
κοιμούνται κοιμούνται 
οι χαρές και οι κόρες του ύπνου
ξεντύνονται μεθυσμένες
η αποψινή προσμονή είναι το έπακρο
το απεχθές το ακρότατο
κοφτερό σύνορο μεταξύ του ενός
ή του άλλου και λύπης
της λύπης
ήθελε να στο πει μα δεν έφτανε
η φωνή ως εσένα
ξεκινάει για παράδειγμα
με μια λέξη και λέει
λέει και σβήνεται
η φωνή λίγο πριν να τελειώσει 
πώς το πας έτσι ρε
τους ψιθύρους σου ποιος
τους ακούει;
εκείνο το καλοκαίρι στην Ισπανία
πήραν τα όπλα στα χέρια
οι εραστές χαιρετιούνταν
με μπαμ και με μπουμ
το φιλί ακολουθούσε
εκείνο το καλοκαίρι στην Ισπανία
εκείνο το καλοκαίρι
ύστερα πήγε ο Ρεμπώ στο Χαράρ
ύστερα ο κόσμος έμεινε απηυδισμένος
κάτω απο τόνους σκόνης
ανελέητης φθοράς
και σποράς παραπόνων
διχοτομημένων στέρνων
στραβοκομμένων αυτιών
περιπτώσεων δηλαδή που εμπεριείχαν
το αίσθημα του ανίατου
του πένθους
του εσφαλμένου
έτσι κάπως καταπίνω 
οτιδήποτε θυμίζει φωνή
το γυρνάω μες στο στόμα και λιώνει
μουδιάζοντας 
όλους τους γευστικούς κάλυκες
κάνοντας τα γλυκά σου ας πούμε φιλιά
να έχουν την ίδια γεύση με το αίμα
που προκύπτει από τα ξυράφια
που είναι τα διαχρονικά βλέμματα 
των αγίων της λύπης
της λύπης
ήθελε να στο πει μα δεν έφτανε
η φωνή ως εσένα
-πάλι έτσι το πας
ποιος ακούει;

vi. 


δεν είμαι ωραία μουσική για να μ' ακούσεις

δεν είμαι κώμη απαλή για να με λούσεις
δεν είμαι ήλιος να σε ντύσω με αχτίδα
είμαι σημάδι και σπυρί παρανυχίδα
είμαι σε νύχτα σκοτεινή μαύρο σκουλήκι
κατατροπώνω καίω λέω "μου ανήκει"
σκοτώνω βρίζω βρίζομαι σ' αφήνω
μετά σκοτώνομαι 
και πάω πάνω απ' τον τάφο μου
και φτύνω
λοιπόν; θα μ' αγαπήσεις;

[Κι ένα ~ ποιητικής]


όσοι γράφουν ποιήματα για την ψυχή τους,

όσοι γράφουν για να μην τρελλαθούν ολοκληρωτικά,
όσοι γράφουν για Εκείνη ή για Εκείνον, 
όσοι γράφουν μολότωφ, 
όσοι γράφουν τη στιγμή που θέλουν να κοπούν ή ν' αυτοκτονήσουν, 
όσοι γράφουν για να μην τους προλάβει ο θάνατος χωρίς ούτε ένα ποίημα, 
όσοι γράφουν για τη χαρά που τους δίνει η ίδια η γραφή, 
όσοι γράφουν γιατί στον ύπνο τους έρχονται απρόσκλητοι Καρυωτάκηδες Σύλβιες Πλαθ και δε συμμαζεύεται, 
όσοι γράφουν γιατί δε μπορούν να σιωπούν μπρος σ' έναν κόσμο που πεθαίνει, 
όσοι γράφουν για κάποια Ιδέα, 
όσοι γράφουν για να μην ξεχνούν πως είναι άνθρωποι, 
όσοι γράφουν γιατί φιμώνονται κάθε μέρα, 
όσοι γράφουν γιατί πέρασε απ' το χεράκι τους για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου η αόρατη σκυτάλη της ποίησης κι έχουν χρέος να της αποδώσουν τιμή, 
όσοι γράφουν με πυρετό και με κάβλα, 
όσοι γράφουν γιατί αντιλαμβάνονται τη θνητότητα και μηδαμινότητά τους εντός του απέραντου κόσμου, 
όσοι γράφουν προσφέροντας με έξαψη το κορμί τους και το μυαλό τους γυμνά κι ευάλωτα σε ξένα χέρια, 
όσοι γράφουν όχι ως κεφαλή αλλά ας πούμε ως δάχτυλο ή ως τρίχα γεννητικών οργάνων, 
όσοι γράφουν ως μέρος του Όλου, αυτοί λοιπόν το ξέρουν.

οι υπόλοιποι ας το μάθουν τώρα:

υπάρχει
ο κόσμος των ποιητών
ο κόσμος των μουσικών
ο κόσμος των ζωγράφων
των χορευτών
των ηθοποιών
των σκηνοθετών
-ξεχνάω καμπόσους-
και υπάρχει
κι ο κόσμος


Ετούτη είναι. Αγκαλιάστε την

Τέλειωσε-
(Και σιγά μην έβαζα μόνο 5)